Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



άνακαλύψουν, νὰ


Ερμηνεία:

 [να βρουν, να εντοπίσουν][γ΄πρ. πληθ. αορ. του ρ. ανακαλύπτω] 



Ετυμολογία:

[< (Αρχ.),Καινή Διαθήκη (προς Κορ. Β΄επιστ. 3,14.18)

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

….να ανακαλύψουν τελευταίαν τινά χαμάδα. [Ο έρωτας στα χιόνια].



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: